Του Μάριου Δαφνομήλη*
Έντονο παρατηρείται το ενδιαφέρον από τις μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες της χώρας να εντάξουν στο ήδη πλούσιο χαρτοφυλάκιο των ΑΠΕ τους, νέα offshore αιολικά πάρκα καθώς και επικουρικές εγκαταστάσεις αποθήκευσης ενέργειας.
Η αρχή έχει γίνει ήδη με την ανακοίνωση της συνεργασίας μεταξύ ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και της ισπανικής OCEAN WINDS για την κατασκευή ενός δικτύου ανεμογεννητριών ισχύος έως 1,5 GW, κατά την πλήρη ανάπτυξη του έργου το 2025. Τη σκυτάλη πήρε η MYTILINEOS μέσω της συνεργασίας της με την δανική CPI (Copenhagen Infrastructure Partners). Μάλιστα στην περίπτωση αυτή, εκτός από τον φιλόδοξο ενεργειακό στόχο των 1,5 GW, εκτιμάται πως μέσω του συνολικού χαρτοφυλακίου της CPI, οι εκπομπές CO2 θα μειωθούν κατά περίπου 10 εκατ. τόνους, ενώ παράλληλα περίπου 6 εκατομ. νοικοκυριά στις χώρες επένδυσης των «πράσινων» κεφαλαίων θα μπορούν να ηλεκτροδοτούνται με βιώσιμο τρόπο.
Αναμφισβήτητα τα υπεράκτια αιολικά πάρκα θα είναι η μεγαλύτερη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ έως το 2040. Στην προσπάθεια αυτή, η Ελλάδα καλείται να εισέλθει δυναμικά, αξιοποιώντας τις τεράστιες δυνατότητές της στον τομέα αυτό. Την ώρα που άλλες χώρες, όπως η Δανία, δημιουργούν τεχνητά νησιά για την εγκατάσταση των ανεμογεννητριών ή επενδύουν υπέρογκα ποσά στην κατασκευή jack-up ανεμογεννητριών, η χώρα μας έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα των έτοιμων δομών. Το όφελος επομένως για την Ελλάδα είναι διπλό, καθώς εκτός από το μειωμένο κόστος κατασκευής, μπορεί να κερδίσει πολύτιμο χρόνο, ώστε να εκμεταλλευτεί το παγκόσμιο momentum και να καταστεί ουσιαστικός πρωταγωνιστής στον πράσινο ενεργειακό τομέα.
Τροχοπέδη του εγχειρήματος αυτού είναι αδιαφιλονίκητα το ελλιπές θεσμικό πλαίσιο. Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα του 2030, προσχέδιο του οποίου έχει σταλεί στις Βρυξέλλες για έγκριση, έχει προγραμματιστεί να εισαχθεί σε διαβούλευση τον προσεχή Σεπτέμβριο. Ο χρόνος δεν είναι τυχαίος. Σίγουρα αξιολογεί τις έντονες διεργασίες που συντελούνται στο χώρο αυτό.
Βασικό παράγοντα στον καθορισμό του πλαισίου λειτουργίας αποτελεί το ζήτημα της αποθήκευσης ενέργειας, καθώς εκτός από τις εγκαταστάσεις της ΤΕΡΝΑ σε Αμφιλοχία και Αμάρι, ήδη η ΔΕΗ προχωράει στην δημιουργία δικών της έργων αποθήκευσης. Επομένως, οποιαδήποτε κίνηση πρέπει να διερευνήσει τις δυνατότητες του συστήματος και τις λεπτές ισορροπίες μεταξύ της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και του δημοσίου τομέα.
Παράλληλα με την αποθήκευση, σημαντικό στοιχείο στην κατεύθυνση της μετάβασης στις αιολικές ΑΠΕ είναι το κόστος της ενεργειακής παραγωγής. Αν σε αυτό προστεθούν μάλιστα και τα τέλη εκπομπής CO2, τότε το κόστος μίας πράσινης MWh μπορεί να είναι έως και 70% φθηνότερο από το αντίστοιχο μίας λιγνιτικής.
Τέλος, ενδιαφέρουσα παράμετρος για την κατάστρωση του σχεδίου είναι το ζήτημα των δικτύων μεταφοράς. Η επιπλέον προσφορά ενέργειας προσκρούει στις επιχειρησιακές δυνατότητες των δικτύων λόγω της παλαιότητας τους. Παράλληλα, η ελληνική πραγματικότητα δεν επιτρέπει στους επενδυτές να βασιστούν στην αγαστή συνεργασία ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ. Άλλωστε, κατέστη σαφές τον περασμένο χειμώνα πως υπό τις παρούσες συνθήκες μία κακοκαιρία μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στο δίκτυο. Και το σίγουρο είναι πως αν μία πιθανή Μήδεια μεταφράζεται σε πολυήμερη τοπική διακοπή ρεύματος, τότε η ανάγκη ένταξης, στο ήδη επιβαρυμένο σύστημα, νέας παραγόμενης ενέργειας από ΑΠΕ -της τάξης του 70% της ζήτησης- μπορεί να μεταφραστεί σε ολικό blackout.
Λαμβάνοντας όλα αυτά υπ΄όψιν, κρίνεται αναγκαία η άμεση θεσμοθέτηση ρυθμιστικού πλαισίου για την λειτουργία των υπεράκτιων αιολικών πάρκων, την αποθήκευση της παραγόμενης ενέργειας, αλλά και την ένταξη αυτής στο σύστημα διανομής. Τα στοιχεία που πρέπει να μελετηθούν, αν και πολλά, είναι ξεκάθαρα. Το ζήτημα είναι στην παρούσα φάση πόσο διατεθειμένοι είμαστε να τρέξουμε, έχοντας όλα τα δεδομένα μπροστά μας, ώστε να καλύψουμε το θεσμικό κενό που υπάρχει, αλλά ταυτόχρονα να βρεθούμε και ένα βήμα μπροστά από τους υπόλοιπους παίκτες εντός ΕΕ. Ο χρόνος πιέζει αν σκεφτεί κανείς ότι τώρα είναι η ευκαιρία η Ελλάδα να παρουσιαστεί ως ο νέος παράδεισος των offshore, αλλά σε όρους ενεργειακής παραγωγής.
*Ο Μάριος Δαφνομήλης είναι Πολιτικός Μηχανικός, μεταπτυχιακός φοιτητής στο Imperial College London.
Comments