top of page
Εικόνα συγγραφέαenvinow.gr

Μανιάτης (μέρος 1): Η Ελλάδα εξελίχθηκε σε ενεργειακό κόμβο της νοτιοανατολικής Μεσογείου!



Την ώρα που βρισκόμαστε σε μια δύσκολη συγκυρία για την Ελλάδα και τον πλανήτη και όλη η προσπάθεια των πολιτικών ηγεσιών παγκοσμίως έχει ορθά εστιάσει στα προβλήματα του κορωνοϊού, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι καθώς θα ξεπεράσουμε αυτή την κρίση και θα επανέλθουμε στην νέα κανονικότητα, τα υπάρχοντα προβλήματα δεν θα έχουν λυθεί. Πολλά όμως μπορεί να έχουν αλλάξει.


Αυτά και πολλά άλλα, τα συζητήσαμε με μια από τις πιο εμβληματικές προσωπικότητες στο χώρο του περιβάλλοντος και της ενέργειας στην Ελλάδα, τον καθηγητή Γιάννη Μανιάτη, Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κατά την περίοδο 2013-2015 και Υφυπουργό την περίοδο 2009-2011.


Η συζήτηση περιλάμβανε μεγάλο εύρος θεμάτων με αποτέλεσμα να την παρουσιάσουμε σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος της συζήτησης, μιλήσαμε για τον κορωνοϊό στην εκπαίδευση και αναλύσαμε πολλές πτυχές για την ενεργειακή μετάβαση της Ελλάδας και την ανάδειξη της σε ενεργειακό κόμβο της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Οι ερωτήσεις υποβλήθηκαν για το envinow.gr, από τους Γιώργο Μανώλη, Χρήστο Καλαντζή και Νίκο Γκολιόπουλο.


Εκτός των υπολοίπων, είστε και Καθηγητής στο τμήμα Ψηφιακών Συστημάτων του Πανεπιστημίου Πειραιώς και έχοντας ήδη ξεκινήσει την διδασκαλία της τηλεκπαίδευσης, κατά πόσο πιστεύετε ότι μπορεί να αντικαταστήσει την παραδοσιακή διδασκαλία; Θα μπορούσε να αποτελέσει η παρούσα κατάσταση μια αφορμή για τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού μας συστήματος;


Με αφορμή ακριβώς την κρίση της πανδημίας του COVID19, έχουμε μια συγκυρία, όπου ταυτόχρονα με την αρνητική πλευρά του κοινωνικού απομονωτισμού, της ανεργίας και της οικονομικής ύφεσης που θα προκύψει, πρέπει να δούμε πως μπορούμε να αξιοποιήσουμε την δυνατότητα για να κάνουμε καλύτερη την εργασία και τη διοίκηση. Εμείς ήδη στο Πανεπιστήμιο, έχουμε χρησιμοποιήσει το Microsoft Teams, το Zoom και το Skype for business. Δόθηκε λοιπόν, η ευκαιρία να υπάρξει μια εκτεταμένη χρήση ψηφιακών πλατφορμών για την τηλεκπαίδευση.


Είναι μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη η οποία έχει κυρίως θετικά, αλλά και ορισμένα αρνητικά. Το θετικό είναι ότι με έναν βίαιο τρόπο -αλλά πολλές φορές στην ιστορία μόνο με βίαιο τρόπο γίνονται οι μεταρρυθμίσεις- εισάγονται οι ψηφιακοί τρόποι επικοινωνίας και διδασκαλίας στα πανεπιστήμια και την υπόλοιπη εκπαίδευση, αλλά και γενικά στη διοίκηση. Έχουμε τη δυνατότητα όλοι λοιπόν, να αξιοποιήσουμε την νέα τεχνολογία. Το αρνητικό βέβαια, είναι ότι δεν μπορείς να έχεις μια ζώσα επικοινωνία, να βλέπεις τα παιδιά, να σε βλέπουν και να διαμορφώνεται μια άλλη σχέση, που υπάρχει μέσα στην αίθουσα από τη φυσική παρουσία. Η ζωντανή επικοινωνία του φοιτητή με τον καθηγητή του μέσα στην τάξη είναι αυτό που κάνει το πανεπιστήμιο να είναι αναγκαίο στη διαμόρφωση των νέων επιστημόνων, αλλά και στην μεταφορά γνώσης και τη διαλεκτική ανάλυση επιστημονικών προβλημάτων ανάμεσα στους καθηγητές και τα νέα παιδιά. Διαφορετικά, τη στεγνή γνώση τη βρίσκουν έτσι κι αλλιώς στο διαδίκτυο, ή τις βιβλιοθήκες. Θέλω να ελπίζω ότι όσο γίνεται αποτελεσματικότερα, θα καταφέρουμε να αντικαταστήσουμε αυτή την απουσία της ζωντανής επικοινωνίας, με τον ψηφιακό τρόπο. Σε κάθε περίπτωση, όταν με το καλό τελειώσει αυτή η κρίση, νομίζω ότι και στον τομέα της εκπαίδευση, αλλά και στο σύνολο της δημόσιας διοίκησης και της Ελληνικής οικονομίας, θα έχουμε κάνει ένα άλμα προς τρόπους ψηφιακής εργασίας κι επικοινωνίας. Αυτό το θεωρώ πολύ θετικό. Υπενθυμίζω βέβαια πάντα, ότι υπάρχουν τα αρνητικά των ψηφιακών επικοινωνιών, όπως η δυνατότητα που δίνεται σε κυβερνήσεις και διαφόρους σκοτεινούς κύκλους να παρακολουθούν την ατομική μας ζωή. Όμως σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα έχει καλά θεσμικά αντίβαρα, έτσι ώστε να μεγιστοποιήσουμε τα θετικά της τηλεκπαίδευσης και τηλεργασίας και να ελαχιστοποιήσουμε τα αρνητικά. Έχουμε μια καλή ευκαιρία να κάνουμε ένα ποιοτικό άλμα στην εκπαίδευση. 


Το 2011 με τον νόμο 4001 καταφέρατε να εξασφαλίσετε τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στην ανατολική Μεσόγειο, ορίζοντας περιοχές ερευνών υδρογονθράκων με Αλβανία, Ιταλία και Λιβύη και να υπογραφούν 10 συμβάσεις παραχώρησης. Μέσα στο 2019, κατατέθηκαν στη Βουλή 2 επιπλέον συμβάσεις μίσθωσης για την παραχώρηση των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης. Σε μία περίοδο όπου προωθούνται οι ΑΠΕ, θεωρείτε ότι η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων είναι μια λύση που χρειάζεται στην εποχή μας;


Η απάντηση έχει δύο εξίσου σοβαρά σκέλη. Το πρώτο σκέλος είναι, ότι πιστεύω βαθιά πως το μέλλον του πλανήτη και το ενεργειακό μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελλάδας, είναι οι ΑΠΕ. Ο συνδυασμός λοιπόν των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας με τις μπαταρίες και τους άλλους τρόπους αποθήκευσης, σε συνδυασμό με την Εξοικονόμηση Ενέργειας στα κτίρια και τις επιχειρήσεις, είναι το μεγάλο όραμα το οποίο πρέπει να γίνει κοινό κτήμα όλων μας. Και της πολιτείας και της κοινωνίας και του επιχειρηματικού κόσμου, διότι αυτό είναι το αύριο της πατρίδας. Για τους λόγους αυτούς, η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως ξέρετε, έχει ορίσει ότι μέχρι το 2050, δηλαδή για τα επόμενα 30 χρόνια, πηγαίνουμε προς μία πλήρως απανθρακοποιημένη οικονομία, δηλαδή προς μορφές ενέργειας μόνο από ΑΠΕ, υδρογόνο και αποθήκευση ενέργειας, ηλεκτροκίνηση και μείωση της κατανάλωσης, μέσω της εξοικονόμησης. Στο ενδιάμεσο λοιπόν των 30 ετών, το φυσικό αέριο θα αποτελέσει το transition fuel, το καύσιμο μετάβασης. Σε αυτή την κατεύθυνση, θέλω να σημειώσω ότι το υδρογόνο ιδιαίτερα, το οποίο ακόμα βρίσκεται στα πρώτα στάδια της ανάπτυξης του, έχει αρχίσει ήδη να εγχύεται στους αγωγούς φυσικού αερίου και να αναμειγνύεται με το φυσικό αέριο, σε μία προσπάθεια, πηγαίνοντας προς το 2050, να μειώνεται στους αγωγούς η παρουσία του φυσικού αερίου και να αυξάνει η παρουσία του υδρογόνου. Άρα, το αύριο, μετά τα επόμενα 30 χρόνια, είναι οι ΑΠΕ. Όμως, το μεγάλο ερώτημα είναι τι κάνουμε μέχρι το αύριο, δηλαδή τι κάνουμε στα επόμενα 30 χρόνια.


Σήμερα, η Ελλάδα κάθε χρόνο, για τις ανάγκες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων της, δαπανά 5,5 δισεκατομμύρια ευρώ για κατανάλωση πετρελαίου και φυσικού αερίου. Έχεις λοιπόν μία οικονομία, όπου τα φορτηγά, τα αυτοκίνητα, οι βιομηχανίες, τα κτίρια, όλοι αυτοί οι τομείς κατανάλωσης ενέργειας, καταναλώνουν σε πολύ μεγάλο βαθμό πετρέλαιο και σε μικρότερο φυσικό αέριο. Μόνο το 8% των 7.000.000 κτιρίων και διαμερισμάτων της χώρας χρησιμοποιούν φυσικό αέριο, ενώ το 92% χρησιμοποιεί το ρυπογόνο πετρέλαιο. Άρα εσύ πρέπει ως χώρα, να δεις πως κάνεις αυτή τη μετάβαση με έναν ομαλό τρόπο. Είναι δεδομένο, ότι η μετάβαση στην απόλυτη ανεξαρτητοποίηση από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο θα είναι σταδιακή. Δε μπορεί να γίνει αυτόματα. Πολύ περισσότερο που το πετρέλαιο ήδη, είναι ένα καύσιμο, το οποίο ορθότατα αρχίζει και αποσύρεται πολύ γρήγορα από το ενεργειακό ισοζύγιο πολλών χωρών, και νομίζω ότι έτσι θα γίνει στην Ελλάδα. Άρα, η απάντηση στο ερώτημά είναι ότι: ναι, για τις επόμενες 2-3 δεκαετίες θα χρειαζόμαστε φυσικό αέριο. Το πετρέλαιο πιστεύω ότι πρέπει πάρα πολύ γρήγορα να αποσυρθεί από το ενεργειακό ισοζύγιο και της Ελλάδας και των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών. Μέχρι τότε λοιπόν, επιλέγεις είτε αυτά τα 5,5 δις € να τα πληρώνεις στο Καζακστάν, στο Ιράκ, στη Ρωσία, στην Αλγερία, στην Τουρκία, εκεί από όπου κάνεις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, είτε τα κρατάς στην εθνική σου οικονομία και αξιοποιείς τα δικά σου κοιτάσματα.


Για να συνοψίσουμε, το 2011 με το νόμο 4001 κάναμε ένα πολύ σπουδαίο βήμα στην κατοχύρωση των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων με τα απώτατα όρια της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) της χώρας, αποστέλλοντας για δημοσίευση τις συντεταγμένες στην εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και προκηρύξαμε και τους αντίστοιχους διαγωνισμούς. Αυτό ήταν ένα βήμα το οποίο δυστυχώς μετά το 2014 δεν είχε την συνέχεια που έπρεπε να έχει και είναι και μία από τις αιτίες που βλέπουμε τώρα να εκδηλώνεται η προκλητικότητα της Τουρκίας νότια της Κρήτης. Διότι, σημειώνω, εάν είχαμε αναθέσει με διαγωνισμό τα δύο ακραία θαλάσσια οικόπεδα 15 και 20, νότια και ανατολικά της Κρήτης, σήμερα δεν θα μπορούσε η Τουρκία να έχει ορίσει ΑΟΖ με τη Λιβύη. Το λέω με πίκρα, γιατί πάρα πολλές φορές από το βήμα της Βουλής, είχα ζητήσει από την προηγούμενη κυβέρνηση να τα προκηρύξει, χωρίς δυστυχώς κανένα αποτέλεσμα. Αλλά αυτά πια είναι παρελθόν, πρέπει να δούμε τι κάνουμε από δω και πέρα. Από εδώ και πέρα, λοιπόν, η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει σε ενέργειες με βάση το Διεθνές Δίκαιο, να κατοχυρώσει τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματά της στις θάλασσες της, και στο Ιόνιο, και στη νότια Κρήτη, και στο Αιγαίο, και στην Ανατολική Μεσόγειο και παράλληλα να προχωρήσει στις δράσεις πράσινης ενέργειας. Η επαναπροκήρυξή των οικοπέδων νότια της Κρήτης και η αποστολή στα Ηνωμένα Έθνη των συντεταγμένων της ελληνικής ΑΟΖ, αποτελούν τα δύο αναγκαία επόμενα βήματα.


Θέλω να σας πω κάτι για το οποίο είμαι περήφανος, παρότι είμαι βέβαιος ότι το γνωρίζουν ελάχιστοι. Την εποχή 2010-2014, στη σκληρή εποχή των μνημονίων, οι ΑΠΕ με δικές μας πρωτοβουλίες αυξήθηκαν κατά 230%. Δηλαδή μέσα σε πέντε χρόνια, από τα περίπου 1.500 MW εγκατεστημένης ισχύος που υπήρχε στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 2010, τον Ιανουάριο του 2015 η εγκατεστημένη ισχύς ήταν 4.900 MW. Το θεωρώ μία από τις πολύ σπουδαίες δράσεις που κάναμε, σε μία πολύ δύσκολη εποχή, να αυξηθεί η εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών και των αιολικών πάρκων της Ελλάδος κατά 230%. Παράλληλα, βέβαια, προχωρήσαμε και τα θέματα των ερευνών. Άρα, κινηθήκαμε σε δύο παράλληλους άξονες.


Εδώ, επιτρέψτε μου να προσθέσω, ότι υπήρξε και ένας τρίτος παράλληλος άξονας, ένας άξονας για τον οποίο είμαστε υπερήφανοι ως Ελλάδα. Μιλώ για το «Εξοικονομώ κατ’ Οίκον», για το πρόγραμμα το οποίο χαρακτηρίστηκε ως το 2ο καλύτερο της Ευρώπης, με το οποίο θωρακίσαμε ενεργειακά 40.000 κατοικίες, μειώσαμε κατά 400€ κάθε χρόνο το ενεργειακό κόστος των νοικοκυριών, δημιουργήσαμε 12.000 θέσεις εργασίας και ρίξαμε στην αγορά της οικοδομής, που είχε τεράστια προβλήματα, γύρω στα 500.000.000€. Πώς όμως; Όχι κατασκευάζοντας καινούργια ντουβάρια, καινούργια κτίρια, αλλά αναβαθμίζοντας και «πρασινίζοντας» τα ήδη υφιστάμενα κτίρια. Δηλαδή, μία δράση βαθιά περιβαλλοντική. Εδώ, να σας υπενθυμίσω, ότι σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Ενέργειας ΙΕΑ, θα πρέπει μέχρι το 2050 να μειώσουμε σημαντικά τις εκπομπές αερίων ρύπων. Το 35% της μείωσης των εκπομπών, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Ενέργειες, θα προκύψει από την εξοικονόμηση ενέργειας και περίπου άλλο ένα 35% από τις Ανανεώσιμες Πηγές, ενώ το υπόλοιπο θα προκύψει από τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, την αποθήκευση ενέργειας, την Τεχνολογία των Smart Grids και λοιπά. Άρα μιλάμε για πολύ σοβαρά ζητήματα.


Στις αρχές του 2020, είδαμε την υπογραφή της τριμερούς συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ για τον αγωγό φυσικού αερίου East Med, έναν αγωγό που είχατε εσείς ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις από το 2011. Ποια θα μπορούσαν να είναι τα γεωπολιτικά οφέλη της Ελλάδας από τον αγωγό East Med και ποια θα μπορούσαν να είναι τα τοπικά οφέλη των περιοχών της Ελλάδας που θα διέρχεται ο αγωγός;


Ο αγωγός αυτός έχει ένα πολύ αξιοπρόσεκτο ιστορικό, για το οποίο κάποια στιγμή, όταν θα έρθει η ώρα, θα γράψω ένα μικρό βιβλίο. Τώρα ακόμη δεν είναι ο χρόνος να έρθουν στη δημοσιότητα διάφορες επιμέρους παράμετροι της υλοποίησης του. Πρέπει όμως να σας πω ότι είναι ένας αγωγός ο οποίος αναβαθμίζει συγκλονιστικά τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, δίνει πολλά πλεονεκτήματα στην Κύπρο και αποτελεί το πρώτο αγωγό που συνδέει απευθείας Ισραήλ, Κύπρο, Ελλάδα και Ιταλία. Αγωγό τον οποίο προσπάθησε πολλές φορές η Τουρκία να ακυρώσει (ευτυχως ανεπιτυχώς), προτείνοντας άλλον αγωγό, ο οποίος θα ένωνε τα κοιτάσματα Κύπρου - Ισραήλ, με τα νότια παράλια της Τουρκίας.


Στο φυσικό αέριο που ελπίζουμε ότι με την υλοποίησή του θα μεταφέρει ο East Med, προσθέτουμε και το φυσικό αέριο του αγωγού TAP, που επίσης εμείς διαπραγματευτήκαμε και κυρώσαμε στη Βουλή το 2013. Εκεί πρέπει να σας πω, ήταν ένα άλλο βιβλίο που πρέπει να γραφτεί με παρασκήνιο διαπραγματεύσεων. Το παρασκήνιο των διαπραγματεύσεων για τους αγωγούς είναι το πιο ενδιαφέρον γεωοικονομικό, αλλά και πολιτικό παρασκήνιο, γιατί βλέπει κανείς πως συνδυάζονται τα οικονομικά λόμπι και τα εθνικά λόμπι. Όλα τα βλέπεις στους αγωγούς. Το πατριωτικό όμως συμπέρασμα είναι ότι ποτέ, μα ποτέ, δεν εγκαταλείπεις τη μάχη προάσπισης των εθνικών σου συμφερόντων, ακόμα και όταν φαίνεται οτι έχεις ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας. Στο τέλος η επιμονή, η μαχητικότητα, η τεκμηρίωση, σου επιτρέπουν να πανηγυρίσεις.


Έτσι, αθροίζοντας το φυσικό αέριο του Εast Med, του TAP και του ελληνοβουλγαρικού αγωγού IGB, μαζί με την αναβάθμιση της Ρεβυθούσας που κάναμε και το FSRU της Αλεξανδρούπολης, που επίσης όλα αυτά τα έργα τα εντάξαμε το 2013 για χρηματοδότηση στα Προγράμματα Κοινού Ενδιαφέροντος (PCIs) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όλος αυτός ο όγκος φυσικού αερίου, στην ολοκλήρωσή του, θα τροφοδοτεί την Ευρώπη με περίπου 40 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm). Αυτά τα 40 bcm είναι περίπου το 8-10% της ευρωπαϊκής κατανάλωσης. Από εκεί λοιπόν που η Ελλάδα το 2011 ήταν ανύπαρκτη σε αυτό το χώρο, ξαφνικά έχει εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια και παίζει ένα σπουδαίο ρόλο, να μετεξελιχθεί σε έναν ενεργειακό κόμβο της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Αυτό ως προς τα γεωπολιτικά.


Ο East Med όμως έχει και μία πολύ σπουδαία διάσταση περιφερειακής ανάπτυξης. Περνάει από Κρήτη, Πελοπόννησο, Δυτική Ελλάδα και Ήπειρο, εξυπηρετώντας περίπου 150.000-200.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις και 2.200.000 κατοίκους. Ουσιαστικά παρέχει φυσικό αέριο στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις αυτών των τεσσάρων περιφερειών, που κατά σύμπτωση είναι απομονωμένες από άλλους αγωγούς αερίου. Mόνο η Πελοπόννησος έχει δικό της μέχρι τη Μεγαλόπολη, αλλά η Κρήτη, η Δυτική Ελλάδα και η Ήπειρος δεν έχουν αγωγούς. Άρα, ο East Med έχει μία πολύ σπουδαία διάσταση περιφερειακής ανάπτυξης διότι θα παρέχει φυσικό αέριο, δηλαδή θα μειώνει κατά 40% το ενεργειακό κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων και το ενεργειακό κόστος των νοικοκυριών.


Φαίνεται ότι τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα θα μεταβούμε σε ένα νέο ενεργειακό μείγμα το οποίο θα περιλαμβάνει κυρίως ΑΠΕ και Φυσικό Αέριο. Παρατηρείται ότι η πλειοψηφία των μέσων παραγωγής ενέργειας σε αυτή την μετάβαση ανήκει σε ολιγοπωλειακές ιδιωτικές εταιρείες τότε αυτό τι κινδύνους κρύβει για τον πολίτη; Χαρακτηριστικό είναι το υπερβολικά μικρό ποσοστό της ΔΕΗ στην αγορά των ΑΠΕ. Μπορεί έτσι, το κράτος να βρεθεί μελλοντικά εκβιαζόμενο να ασκήσει πολιτική εξάλειψης ενεργειακής φτώχιας και μείωσης των τιμών;


Η φύση των ΑΠΕ και των σύγχρονων έξυπνων συστημάτων παραγωγής και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας είναι αποκεντρωτική και δημοκρατική. Η ανάπτυξη της «Έξυπνης Ενέργειας», θα αποτελέσει ένα πανίσχυρο όπλο δημοκρατίας στα χέρια της Κοινωνίας των Πολιτών. Μέχρι και σήμερα έχουμε, είτε κρατικά μονοπώλια, είτε ισχυρά ολιγοπώλια που επικρατούν στην αγορά. Λόγω των φωτοβολταϊκών στις στέγες, των αγροτικών φωτοβολταϊκών και του net metering που νομοθετήσαμε το 2014, περνάμε στην «Ενεργειακή Δημοκρατία» του Jeremy Rifkin. Δηλαδή, από τα κρατικά ή ιδιωτικά μονοπώλια ή ολιγοπώλια, που έχουν πολύ λίγους παραγωγούς που τροφοδοτούν εκατομμύρια καταναλωτές, περνάμε πλέον σε ένα άλλο μοντέλο, με εκατοντάδες χιλιάδες παραγωγούς, τους λεγόμενους prosumers, δηλαδή producers και consumers, που είναι το τελικό όραμα. Άρα έχουμε εκατοντάδες χιλιάδες αυτοπαραγωγούς και αυτοκαταναλωτές, οι οποίοι διοχετεύουν στο σύστημα το περίσσευμα της ενέργειας που παράγουν και τροφοδοτούν τους υπόλοιπους καταναλωτές. Αντίστοιχα, η ανάπτυξη των ηλεκτρικών οχημάτων και των μπαταριών, θα επιτρέψει την αγοραπωλησία ενέργειας ανάμεσα σε μικρούς παραγωγούς, που ζουν στην ίδια γειτονιά, ή έχουν προχωρήσει σε μεταξύ τους συνεννοήσεις. Η φόρτιση των συστημάτων σε ώρες που η ενέργεια είναι φτηνή (πχ βράδυ) και η πώληση της όταν είναι ακριβή (ώρες υψηλής κατανάλωσης), διαμορφώνουν νέα δεδομένα και νέες κλίμακες παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας. Έτσι, υλοποιείται η ενεργειακή δημοκρατία και ταυτόχρονα, μειώνεται η ενεργειακή φτώχεια, γιατί δίνεται η δυνατότητα στον καθένα να παράξει την ενέργεια που χρειάζεται. Άρα τα βήματα αυτά είναι βαθιά προοδευτικά, βαθιά δημοκρατικά, αυτή είναι η κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσουμε. Υπό μια όμως βασική προϋπόθεση: επειδή τους κανόνες του παιχνιδιού της ενέργειας πρέπει να τις ορίσει ένας ισχυρός ρυθμιστής, ο οποίος θα λειτουργεί και για λογαριασμό της εύρυθμης αγοράς, αλλά και για λογαριασμό της προστασίας των δικαιωμάτων των καταναλωτών, χρειαζόμαστε μια πολύ ισχυρή ΡΑΕ, ανεξάρτητη από πολιτικές και κυβερνητικές παρεμβάσεις.


Να σημειώσω ότι έχουμε ένα μεγάλο κενό, παρότι το νομοθετήσαμε το 2014 και σήμερα θα έπρεπε να είναι πραγματικότητα. Δεν έχει σχεδόν καθόλου αξιοποιηθεί η διαδικασία του net metering, ο συμψηφισμός ενέργειας, που είχαμε κατά προτεραιότητα νομοθετήσει για τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς και τους Τοπικούς Οργανισμούς Εγγείων Βελτιώσεων (Τ.Ο.Ε.Β.), ώστε οι Έλληνες αγρότες, οι οποίοι κάθε χρόνο δαπανούν 3.000-5.000 ευρώ ο καθένας, για να ποτίσουν τα χωράφια τους, να μπορέσουν με επιδότηση του κράτους να εγκαταστήσουν φωτοβολταϊκά ώστε το κόστος να το μειώσουν κατά 50% και να αυξηθεί το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των Ελληνικών αγροτικών προϊόντων. Αυτό δυστυχώς δεν έχει προχωρήσει, είναι ένα σημείο που έχω ασκήσει έντονη κριτική τα τελευταία χρόνια και θέλω να πιστεύω ότι θα στηριχθεί αυτή η πρωτοβουλία, διότι το έχουμε βαθιά ανάγκη, να έχουμε μια γεωργία, η οποία θα καταναλώνει πράσινη ενέργεια από δικά της φωτοβολταϊκά. Μια «Έξυπνη Γεωργία», με ελαχιστοποίηση των καταναλώσεων ενέργειας, νερού, λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων και παράλληλα βελτιωμένης ποιότητας και μεγάλης βιολογικής καθαρότητας αγροτικά προϊόντα. Η επέκταση της χρήσης των ΑΠΕ, μέσω του net metering σε όλη την ελληνική Γεωργία πρέπει να γίνει με πολύ σημαντική δημόσια χρηματοδότηση, μέσω των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων, κατά το ανάλογο της χρηματοδότησης των εγγείων βελτιώσεων, των αρδευτικών δικτύων. Όσο αναγκαίες είναι οι υποδομες και τα δίκτυα άρδευσης, άλλο τόσο αναγκαίες είναι τα ανάλογα ενεργειακά δίκτυα παραγωγής και διανομής.


Σε πολλές περιπτώσεις παρατηρούνται αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες για τις εγκαταστάσεις των ΑΠΕ. Ποια είναι η άποψή σας πάνω σε αυτό το ζήτημα;


Κυρίως στα αιολικά. Πρέπει να σας πω ότι είναι μία πολύ δύσκολη προσπάθεια να αδειοδοτηθούν περιβαλλοντικά μεγάλες αιολικές μονάδες, διότι θεωρητικά όλοι θέλουν πράσινη ενέργεια, αλλά κανένας δεν θέλει αιολικό πάρκο στο χωριό του. Και έχω ζήσει στιγμές απείρου κάλλους στο γραφείο μου, όταν ως Υπουργός Περιβάλλοντος υπέγραφα τις περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις, τις  ΑΕΠΟ (Αποφάσεις Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων) για μεγάλες αιολικές μονάδες.


Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που οι κάτοικοι ευλόγως δεν έχουν πειστεί, επειδή, επειδή είτε οι υπηρεσίες, είτε ο ίδιος ο επενδυτής που έχει χρέος να ενημερώνει, δεν έχουν κάνει σωστά την δουλειά τους. Θεωρώ πως σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να εξαντλείται κάθε προσπάθεια ενημέρωσης, συμμετοχικής διαδικασίας και πειθούς των τοπικών κοινωνιών για τα οφέλη των εγκαταστάσεων ΑΠΕ.


Όμως σημειώνω το εξής: Οι πολίτες σε κάθε περίπτωση έχουν δικαίωμα να διεκδικούν ανταποδοτικά οφέλη από τέτοιους είδους μεγάλες επενδύσεις. Για αυτό εμείς το 2011 υπογράψαμε σχετική υπουργική απόφαση, ώστε το 3% του κύκλου εργασιών κάθε αιολικού πάρκου να πηγαίνει στην τοπική κοινωνία. Η αρχή του ανταποδοτικού τέλους, πρέπει να επεκταθεί σε όλες τις παρεμβάσεις που με τον ένα ή άλλο βαθμό, επηρεάζουν το περιβάλλον μιας κοινωνίας. Διότι ως φιλοσοφία τα προηγούμενα χρόνια, όταν γινόταν μία μεγάλη επένδυση, ενεργειακή, βιομηχανική, πολεοδομική, ή οποιαδήποτε άλλη επένδυση, το σύνολο των εσόδων του δημοσίου από την επένδυση αυτή, όπως φορολογία, ΦΠΑ κλπ, πήγαιναν απευθείας στο κρατικό προϋπολογισμό. Πήγαιναν απευθείας στο Υπουργείο Οικονομικών, στην πλατεία Συντάγματος, και οι τοπικές κοινωνίες είχαν μηδενικά οφέλη από επενδύσεις οι οποίες ήταν στον τόπο τους. Αυτό εμείς το αλλάξαμε. Και τι είπαμε; Είπαμε, πρώτον, ότι οι επενδύσεις αυτές ασφαλώς θα πρέπει να υπακούουν στους αυστηρότερους περιβαλλοντικούς όρους, που έχει νομοθετήσει με κανονισμούς και οδηγίες η Ευρωπαϊκή Ένωση και που έχουν ενσωματωθεί όλοι στο εθνικό μας δίκαιο αδειοδοτήσεων. Δεύτερον, οι θέσεις εργαζομένων που δημιουργούνται σε αυτές τις επενδύσεις πρέπει σε μεγάλο βαθμό να καλύπτονται από ανθρώπους των τοπικών κοινωνιών, ώστε οι επενδύσεις να δημιουργούν και θέσεις εργασίες για τις τοπικές κοινωνίες. Και τρίτον, να υπάρχουν ανταποδοτικά οφέλη, οικονομικά, για αυτές τις κοινωνίες. Αυτό που σας προανέφερα για τα αιολικά πάρκα, είχαμε προβλέψει το 1,3% να πηγαίνει απευθείας ως έσοδο, μέσω της ΔΕΗ, στις οικογένειες των χωριών και το 1,7% να πηγαίνει στους δήμους, ώστε οι δήμοι να κατασκευάζουν αναπτυξιακά έργα για τα συγκεκριμένα χωριά με αιολικά πάρκα. Δυστυχώς, αρκετοί δήμαρχοι δεν αξιοποίησαν αυτά τα χρήματα που πήγαιναν κάθε χρόνο στους προϋπολογισμούς τους για να κάνουν έργα για τα συγκεκριμένα χωριά, έτσι όπως είχε προβλέψει ο νομοθέτης, αλλά τα δαπανούσαν σε άλλες δράσεις. Για αυτό πρότεινα στην προηγούμενη βουλή, να επανασχεδιαστεί αυτή η κατανομή, ώστε το σύνολο των χρημάτων των ανταποδοτικών οφειλών, να πηγαίνουν σε αυτές τις περίπου 50.000 χιλιάδες οικογένειες των ορεινών χωριών που είναι σχεδόν όλοι συνταξιούχοι χαμηλού εισοδήματος. Άρα έχουμε κάθε λόγο να τους κρατήσουμε στα χωριά τους. Και μία δεύτερη πρόταση την οποία έχω καταθέσει, είναι  αυτό το 3%, τώρα πια με την εμπειρία που έχουμε αποκτήσει, το θεωρώ λίγο και νομίζω ότι πρέπει να αυξηθεί σε 5%, προκειμένου τα κίνητρα προς όλες τις τοπικές κοινωνίες να είναι πολύ ισχυρά, ώστε να μην δημιουργούνται προβλήματα όταν είναι να εγκατασταθούν τέτοιου είδους μονάδες.


Comentários


bottom of page