Είναι ευκρινές ότι η αρχή της διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού, όπως εφαρμόστηκε, δεν κατάφερε να αποδώσει τα αποτελέσματα που προσδοκούσαν οι αρμόδιοι φορείς και αρχές των κρατών παγκοσμίως.
Εντύπωση παρόλα αυτά προκαλεί το γεγονός ότι στο πλαίσιο των διαχειριστικών πολιτικών συνεχίζουν να υιοθετούνται αντίστοιχες πρακτικές, οι οποίες στοχεύουν (;) βάσει του θεωρητικού τους πλαισίου, στον περιορισμό της εν γένει ρύπανσης.
Προσφάτως συμφωνήθηκε στο Δανέζικό κοινοβούλιο το πλαίσιο με το οποίο θεσπίζεται για πρώτη φορά παγκοσμίως, φόρος στις εκπομπές άνθρακα των γεωκτηνοτροφικών δραστηριοτήτων. Σύμφωνα με δημοσιεύματα η υιοθέτηση και εφαρμογή του εν λόγω πλαισίου θα έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή νέων, αυξημένων εισφορών για τους κτηνοτρόφους αρχής γενομένης από το 2030.
Πιο συγκεκριμένα οι γαλακτοπαραγωγοί της χώρας καλούνται να αναλάβουν την υποχρέωση καταβολής ετήσιου φόρου ύψους 672 κορόνων Δανίας (90.1 ευρώ) ανά ζωική μονάδα (αγελάδα), ποσό το οποίο αναλογεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα του σχετικού νομοθετήματος, στις εκπομπές που παράγονται από το κάθε ζώο και τη συνεισφορά αυτών στην συνολική ρύπανση (αέρια θερμοκηπίου) του πλανήτη.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία η παραγωγή και διακίνηση τροφίμων έχει τεράστια συμβολή στην κλιματική κρίση όντας υπεύθυνη για το 30% περίπου των εκπεμπόμενων ρύπων παγκοσμίως.
Ειδικότερα η συνεισφορά της κτηνοτροφικής δραστηριότητας ανέρχεται σχεδόν στο 15% των-εξ ανθρωπογενών δραστηριοτήτων-συνολικών εκπομπών, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών αποδίδεται στο μεθάνιο που παράγεται εκ των εντερικών διεργασιών που λαμβάνουν χώρα κατά την πέψη της τροφής από τα ζώα (κυρίως από τις αγελάδες) και από την εν γένει διαχείριση της κοπριάς.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η Δανία αποτελεί μια εκ των μεγαλύτερων παραγωγών και εξαγωγών γάλακτος και κρέατος, η εφαρμογή της συγκεκριμένης πολιτικής θα έχει ως αποτέλεσμα την εισροή σημαντικών κεφαλαίων στα κρατικά ταμεία, τα οποία κατά τα λεγόμενα των κυβερνητικών παραγόντων θα αξιοποιηθούν κατά κόρον σε περιβαλλοντικές δράσεις (αναδασώσεις, δημιουργία υγροτόπων κ.α.).
Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία έλαβε την αποδοχή της δανικής γαλακτοβιομηχανίας. Προκάλεσε ωστόσο την αντίδραση σημαντικής μερίδας των αγροτών. Η σκέψεις περί εφαρμογής αντίστοιχων πολιτικών και σε άλλες χώρες, αναμένεται να προκαλέσει αντίστοιχες και ακόμα μεγαλύτερες αντιδράσεις.
Αν και οικονομικά αποδοτική, για τα κράτη που θα την επιλέξουν, η ως άνω στρατηγική προσέγγιση ενέχει πρακτικές δυσλειτουργίες.
Αφενός η ευθύνη για την επίτευξη της στοχοθεσίας (περί μείωσης ρύπων) μεταφέρεται στους αγροκτηνοτρόφους οι οποίοι, καλούνται να επιλέξουν αν θα σηκώσουν το οικονομικό βάρος ώστε να διατηρήσουν τις μονάδες τους, μετακυλώντας εν συνεχεία την επιπρόσθετη αυτή επιβάρυνση (μέσω των προϊόντων τους) στον καταναλωτή ή εναλλακτικά αν θα οδηγηθούν σε διακοπή των δραστηριοτήτων τους με ότι αυτό συνεπάγεται για την παραγωγική αλυσίδα (ελλείψεις σε γαλακτοκομικά κρέατα κλπα, αυξήσεις τιμών στα προϊόντα, εύρεση τροφικών υποκατάστατων κ.α.)
Αφετέρου η επιβολή εισφοράς στον συγκεκριμένο τομέα δεν διασφαλίζει σε καμία περίπτωση τον περιορισμό της ρύπανσης. Απεναντίας παρέχει τη δυνατότητα στους οικονομικά κατέχοντες να συνεχίσουν να ρυπαίνουν καταβάλλοντας «αντίτιμο ρύπανσης» και συντελώντας στην διατήρηση και ενδεχομένως στην επιδείνωση της κατάστασης που η θέσπισης της (εισφοράς) επιδιώκει να αντιμετωπίσει.
Η επανεξέταση του θεσμικού πλαισίου εναλλακτικής διαχείρισης που συντελείται στις μέρες μας θα έπρεπε να αποσκοπεί στον επαναπροσδιορισμό του συνόλου των εφαρμοζόμενων πολιτικών διαχείρισης αποβλήτων και δη των αρχών της διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού.
Η προσκόλληση σε μεθόδους του παρελθόντος αποτελεί τροχοπέδη στην πράσινη μετάβαση Η αναγωγή της αποδοτικότητας των δραστηριοτήτων σε όρους οικονομικού οφέλους, τις αποσυνδέει από κάθε έννοια περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Η ύπαρξή τους εναπόκειται στην ικανότητα να ανταπεξέλθουν στα εκάστοτε επιβαλλόμενα «περιβαλλοντικά χαράτσια», οδηγούμενες πρακτικά σε σταδιακό αφανισμό αντί του επικαλούμενου αειφόρου μετασχηματισμού. Μπορεί άραγε ο «θάνατος» να αποτελεί εργαλείο επίτευξης της επιδιωκόμενης βιωσιμότητας;
Comments