Η αποψίλωση των δασών αποτελεί μια ευρέως χρησιμοποιούμενη πρακτική εκκαθάρισης εδαφικών εκτάσεων. Η εφαρμογή της λαμβάνει χώρα άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο εντατικά καθ’ όλη την διάρκεια της σύγχρονης ιστορίας. Μέσω της αποψίλωσης οι δασικές περιοχές περιορίζονται σταδιακά με σκοπό να δημιουργηθούν εκτάσεις προς αξιοποίηση στην γεωργία, στην κτηνοτροφία κ.α.. Τα δέντρα που κόβονται χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη για την κάλυψη των αναγκών σε ξυλεία στους κλάδους της μεταποίησης και των κατασκευών αλλά και ως καύσιμη ύλη στον παραγωγικό τομέα.
Ως αποτέλεσμα της συστηματικής αποψίλωσης, το ποσοστό της επιφάνειας του πλανήτη που είναι δενδροκαλυμμένο έχει περιοριστεί σε σημαντικό βαθμό.
Η δασική αποψίλωση κορυφώθηκε τη δεκαετία του 1980, οπότε και εκτιμάται ότι χάθηκαν 150 εκατομμύρια εκτάρια δασών σε παγκόσμιο επίπεδο. Σε αυτό συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό η βίαιη εκκαθάριση των δασικών περιοχών κυρίως του Αμαζονίου και η μετατροπή τους σε βοσκότοπους και γεωργικές εκτάσεις.
Μέσα στις επόμενες δεκαετίες η υλοποίηση αποψιλωτικών δραστηριοτήτων παρουσίασε αξιοσημείωτη κάμψη.
Η εκτεταμένη και εντατική σε ορισμένες περιπτώσεις εφαρμογή των εν λόγω πρακτικών που ουσιαστικά έχουν ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση των δασών, περιορίζει τη φυσική δυνατότητα (του γήινου οικοσυστήματος) απορρόφησης των αέριων εκπομπών οι οποίες συμβάλουν μεταξύ άλλων στη δημιουργία του φαινομένου του θερμοκηπίου και των κατεπέκταση επιβλαβών συνεπειών του.
Εν παραλλήλω οι πρακτικές εφαρμογές της «πράσινης και αειφόρου ανάπτυξης» όπως επί παραδείγματι οι εγκαταστάσεις παραγωγής ηλιακής και αιολικής ενέργειας, έχουν εισέλθει δυναμικά στη ζωή μας με το ποσοστό συμμετοχής τους στο μίγμα της ενεργειακής παραγωγής βαίνει συνεχώς αυξανόμενο. Το φθηνό κόστος παραγωγής των ορυκτών πόρων ωστόσο συνεχίζει να διατηρεί τις εναλλακτικές μορφές ενέργειας σε δευτερεύουσα θέση ως επιλογή.
Πιο συγκεκριμένα αν και οι διαθέσιμες μέθοδοι παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές πληθαίνουν και εξελίσσονται, ο άνθρακας, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα κατά κόρον ως καύσιμα παραγωγής στους περισσότερους τομείς.
Εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία όπως αποτυπώνεται σε αρκετά άρθρα οι περιβαλλοντικές πολιτικές παγκοσμίως επαναπροσδιορίζονται. Στο πλαίσιο αυτού του εν εξελίξει επανακαθορισμού, νέες προσεγγίσεις διερευνώνται, αναπτύσσονται, προωθούνται και υιοθετούνται. Τα τελευταία χρόνια η επιστημονική έρευνα κατέστησε τον περιορισμό των εκ των ορυκτών καυσίμων επιβλαβών συνεπειών πρακτικά εφικτό. Πιο συγκεκριμένα είναι δυνατό να επιτευχθεί μέσω καινοτόμων εφαρμογών όπως για παράδειγμα οι τεχνολογίες απορρόφησης, δέσμευσης, αποθήκευσης και επαναχρησιμοποίησης των εκπεμπόμενων αέριων ρύπων. Παρά την αποτελεσματικότητα των ανωτέρω πρακτικών όμως μερικά από τα σημαντικά μειονεκτήματά τους παραμένουν, η δέσμευση σημαντικών επιφανειών και εκτάσεων για την ανάπτυξη των υποδομών «απορρύπανσης» και η απαίτηση επιπλέον ενεργειακών πόρων για την λειτουργία των υποδομών αυτών τη στιγμή που η εξοικονόμηση ενέργειας είναι κάτι περισσότερο από αναγκαία.
Στο πλαίσιο του προαναφερθέντος επαναπροσδιορισμού των περιβαλλοντικών στρατηγικών και πολιτικών η μετάβαση στην ανανέωση, ανάπτυξη και διατήρηση του δασικού πρασίνου πρέπει να αποτελεί προαπαιτούμενο.
Ας αναρωτηθούμε…..
Πόσο αειφορικής φύσεως παρέμβαση είναι η αποψίλωση των πνευμόνων πρασίνου του φυσικού οικοσυστήματος;
Πόσο αειφόρος και βιώσιμη είναι η αδρανοποίηση του παρεχόμενου εκ των δασικών εκτάσεων φυσικού περιβαλλοντικού μηχανισμού απορρόφησης, δέσμευσης και επαναχρησιμοποίησης αέριων ρύπων;
Ας αναλογιστούμε ώστε να σταματήσουμε και να αναστρέψουμε τον ολοκληρωτικό αφανισμό των δασών ο οποίος θα σημάνει σε βάθος χρόνου (;) και τον δικό μάς.
Comments